Δωδέκατη Νύχτα, του William Shakespeare. Στον ουρανό του καλού θεάτρου


Την συναισθηματική κωμωδία «Δωδέκατη Νύχτα ή Ό,τι θέλετε» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (πρωτότυπος τίτλος: Twelfth Night, or What You Will) αναλαμβάνει να παρουσιάσει ανά την Ελλάδα ο πολυσήμαντος για το θέατρο, κύριος Γιώργος Κιμούλης. Η δωδέκατη νύχτα (περ. 1601-02) αποτελεί την 13η από τις κωμωδίες του Άγγλου ποιητή και συγγραφέα και παρακολουθεί την περιπέτεια μιας νεαρής γυναίκας που ναυαγεί αλλά επιβιώνει στις ακτές της Ιλλυρίας και μεταμφιέζεται σε άνδρα – ευνούχο για να μπορέσει να διεκδικήσει τον έρωτα. Ένα έργο για την αξία της επιθυμίας, τις διαβαθμίσεις της μέσα μας, την προσαρμογή της στις ανθρώπινες περιστάσεις αλλά και την αστάθεια των φύλων που μπορεί να μας ορίζουν, αλλά δεν μας προσδιορίζουν πάντα.

Η Δωδέκατη νύχτα είναι η τελευταία νύχτα των εορτών των Χριστουγέννων, όπου όλα τα ανεπίτρεπτα γίνονται επιτρεπτά. Γράφτηκε με στόχο να συμπεριληφθεί στις πανηγυρικές τελετές. Γεγονός που κάνει το έργο να έχει αμιγώς διασκεδαστικές και ψυχαγωγικές προθέσεις, χωρίς όμως να σημαίνει ότι στερείται σημαντικότητας περιεχομένου. Ο Σαίξπηρ μπορεί να απελευθερώνει και ν’ απελευθερώνεται στο γιορτινό πλαίσιο της ατμόσφαιρας που καθορίζει το έργο του, έχει όμως εξασφαλίσει το εφαλτήριο να μιλήσει για την ανθρώπινη φύση, την κρίση ταυτοτήτων, την ανοησία και την ασυνεννοησία της εξουσίας, την κατανόηση-αποδοχή του διαφορετικού και την υποχρεωτική ανάγκη να προσδοκούμε τις πολυδιάστατες μορφές του έρωτα για να κρατιόμαστε ζωντανοί, επιβιώνοντας από τα συναισθηματικά μας ναυάγια.

Ο Γιώργος Κιμούλης, στήνει μια υποδειγματική παράσταση με υπέροχη αρμονία που ανοίγει από το πρώτο κιόλας λεπτό την θεατρική μας όρεξη γιατί είναι φτιαγμένη με τα ακριβά υλικά της απλότητας, της ευρυθμίας, της σκηνικής οξυδέρκειας και της ευελιξίας που σπάνια συναντώνται πλέον στα θεατρικά πειράματα. Ίσως εκεί κερδίζει πάντα το κοινό του ο Κιμούλης: δεν αντιμετωπίζει ποτέ την συνθήκη του θεάτρου ως πείραμα, αλλά ως ολοκληρωμένη πρόταση που την αρθρώνει πολυτάλαντα και χαρισματικά καθαρά απέναντι στην δυσλεξία που χαρακτηρίζει το θέατρό μας τα τελευταία χρόνια. Ένα άλλο, επίσης σημαντικό, στην κατά Κιμούλη ανάγνωση της Δωδέκατης Νύχτας είναι ότι αποφεύγει να ανεβάσει το έργο με την σοβαροφάνεια που συνηθίζεται να αντιμετωπίζονται οι κωμωδίες των κλασικών. Αφήνει το έργο στο είδος του, κάνει κωμωδία με τους καλύτερους όρους -πηγαίας εμπειρίας- και αναδεικνύει το στίγμα της ευζωίας που πρεσβεύει ο ρόλος του θείου Σερ Τόμπι με αμεσότητα, βαθιά υποκριτική γνώση της θεατρικής ταχύτητας και της κατάρτισης του αυθορμητισμού. Απόλυτα συγκεντρωμένος και δοσμένος στην οπτική του, μας δίνει την χρυσή ευκαιρία να αφεθούμε στην μαγεία αυτού του ειλικρινώς παιχνιδιάρικου έργου.

Δίπλα του η Άννα Μονογιού η οποία αποτελεί την έκπληξη της παράστασης, ξεπερνά τον εαυτό της επί σκηνής και μοιράζεται τον κεντρικό ρόλο της Βιόλας/Σεζάριο (και του Σεμπάστιαν) με αξιοθαύμαστο ελιγμό και φανταστική εξωστρέφεια.  Απόλυτα εντυπωσιακή και δωρική Λίλη Τσεσματζόγλου στο ρόλο της Ολίβιας που κατακτά την σκηνή με το ταλέντο της και την ευφάνταστη λεπτότητα της ερμηνείας της. Άξια και η πάντα πληθωρική Σοφία Βογιατζάκη στο ρόλο της Μαρίας, που αποδίδεται με ετοιμότητα και εντιμότητα. Σταθερά κρατούν τον κλιματισμό της παράστασης οι: Σταύρος Καραγιάννης, Τζώρτζης Παπαδόδόπουλος, Κώστας Κοράκης, Γιώργος Τσουρουνάκης και ο Γιώργος Ζιόβας στο ρόλο του ηλίθιου Σερ Άντιου ενώ με βεβαιότητα ξεχωρίζουν οι Χρήστος Μουστάκας στο ρόλο του τρελού, ο οποίος κρατάει με γλύκα και το τραγουδιστικό μέρος της παράστασης, και βεβαίως ο πολύ αξιόλογος Άρης Τρουπάκης στο ρόλο του Μαλβόλιο που κερδίζει φανερά τις εντυπώσεις. Οι στίχοι και μουσική του Διονύση Τσακνή βοηθούν σημαντικά την αίσθηση της παράστασης, καθώς είναι πρωτοποριακά νοσταλγικά, ατμοσφαιρικά, εφιστούν  την δέουσα προσοχή μας και εξηγούν πολλά από τα αποσιωπητικά των σκηνών. Τα σκηνικά της Φαίης Παπαδοπούλου, δένουν απόλυτα με τα κοστούμια της Μαρίας Νικολαΐδου και τους φωτισμούς του Θανάση Ντέμκο.

Εν κατακλείδι, η Δωδέκατη νύχτα είναι μια παράσταση συνόλου, από τις καλύτερες – αν όχι η καλύτερη– στο πολύπαθο και αρκετά προβλέψιμο θεατρικό καλοκαίρι του 2023.
Ο Γιώργος Κιμούλης βγαίνει με γεμάτο το φεγγάρι της σκηνικής του ευφυΐας στον ουρανό του καλού θεάτρου, καθοδηγώντας μια αξιόλογη ομάδα γνήσιων θεατρίνων που παίζουν με το όνειρο, την φαντασία, την ουτοπία, χαρίζουν γέλιο ψυχής και δημιουργούν το αγνό παραμύθι που έχει ανάγκη η χυδαία εποχή που ζούμε όπου η μετριότητα έχει γίνει  πλεονέκτημα και η δειλία κατόρθωμα. Μια εποχή που άλλο θέλουμε, άλλο λέμε πως θέλουμε, άλλο είμαστε, άλλο θέλουμε να είμαστε και άλλο γινόμαστε τελικά.

ΜΑΡΙΟΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ
Θεατρολόγος, Κριτικός του θεάτρου
Θεατρικός συγγραφέας, Ποιητής & Δοκιμιογράφος