Ορέστης, του Ευριπίδη. Μια παράσταση χωρίς καμιά θεατρική νοικοκυροσύνη


Ορέστης: Μια παράσταση χωρίς καμιά θεατρική νοικοκυροσύνη

Την αλήθεια και την αυτογνωσία μας έταξε εκ των προτέρων στο σημείωμά του ο σκηνοθέτης Γ. Κακλέας, στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα αρχαίας τραγωδίας και συγκεκριμένα στον Ορέστη του Ευριπίδη. Η παράσταση του, όμως, υπέπεσε σε θλιβερούς ελιγμούς. Που όχι μόνον δεν αρμόζει στον σπουδαίο λόγο των τραγικών μας, αλλά μάλλον τον φιμώνει περίτρανα.
Το σκηνικό οφείλει να προδίδει κάτι από το μυστικό της παράστασης. Οφείλει να προθερμαίνει κι όχι να παγώνει την ατμόσφαιρα. Στο υπό το μηδέν του «Ορέστη», λαμβάνει χώρα, ένα σκηνικό της τελευταίας στιγμής, πλήρως ατακτοποίητο και κυρίως αψυχολόγητο. Συγκεχυμένα αντικείμενα, ριγμένα επί σκηνής, περικυκλωμένα από χώματα και στάχια και στο βάθος μια βιβλιοθήκη, αλλά και ευφάνταστα λαμπατέρ που ακόμα ψάχνουν τον υπαρξιακό τους σκοπό στο απερίγραπτο ομιχλώδες τοπίο ενός ατυχούς σκηνικού που τσουγγρίζουν ποτήρια σαμπάνιας και στρώνουν το δείπνο ενός θεαματικού κορεσμού, χωρίς καμιά θεατρική νοικοκυροσύνη. Ναι, αυτό ήταν ο παρθενικός τραγικός Ορέστης του Κακλέα• αμήχανος και στεγνός χωρίς ίχνος θεατρικού ωκεανού για να μας παρασύρει με την ορμή του.

Αναλυτικότερα:
Ο Άρης Σερβετάλης, σε μια πρωτοφανή ερμηνευτική κατηφόρα, σαφώς κατώτερος των προσδοκιών μας, κατέρρευσε τον Ορέστη με περίσσια νευρικότητα σε μια σωματικά υπερφίαλη ερμηνεία, καθώς εγκλωβίστηκε σ' έναν δυσανάγνωστο κώδικα που δεν αναδείκνυε με κανέναν τρόπο την επικοινωνία μεταξύ ρόλου και έργου. Πράγμα που δεν κατόρθωσε να διασώσει ούτε καν με τη φωνή του, την οποία ξόδεψε σε λεπτές τονικές λεωφόρους, χάνοντας επί της ουσίας τον κεντρικό δρόμο.
Η Μαίρη Μηνά στον ρόλο της Ηλέκτρας, εξελίσσεται σταδιακά στην παράσταση. Φαίνεται να χτίζει τον ρόλο της ως το τέλος με ωραία δραματικά χρώματα, αν και τελικά αποδίδουν υπερφορτωμένα.
Ο Πάνος Βλάχος αρκέστηκε στην σκηνική του ευμορφία και επαναπαύτηκε στο κοστούμι ενός γόη Μενέλαου που υπερτερεί και δεν εξέπληξε ούτε όταν έβγαλε το κοστούμι της σιγουριάς του, μένοντας γυμνός από τη μέση και πάνω, ακόμη και στην υπόκλιση (!)
Η Νικολέτα Κοτσαηλίδου, στο ρόλο της Ελένης, έδωσε μια ακόμα ανιαρή μορφή της ωραίας.
Η Άλκηστις Ζηρώ στον ρόλο της Ερμιόνης, κόρης της Ελένης, φανερά αδύναμη υποκριτικά, δεν εκμεταλλεύτηκε επαρκώς, ούτε τη στιγμή της ομηρίας της από τον Ορέστη.
Ο Αιμιλιανός Σταματάκης, παρά ήταν ροκ, σε λόγο και πράξη, για το συμπαθή ρόλο Πυλάδη. Οι γυναίκες του Χορού με βαρύ μακιγιάζ, και μίνι, φαντάζουν εξωγήινες της ανάγνωσης και, εκτοξεύοντας την υπόσταση τους στα ουράνια, θυμίζουν περισσότερο του παραδείσου τα μπουζούκια, παρά τις ακόλουθους της Ηλέκτρας.
Ο Γιώργος Ψυχογιός ως Τυνδάρεως - που εξεγείρεται μπροστά στον Ορέστη, αφήνεται υποδειγματικά στην σεβάσμια δραματικότητά του και με κύρος φρόνιμο, πετυχαίνει ίσως την πιο αξιοσημείωτη ερμηνεία αυτής της παράστασης.
Στα θετικά φυσικά η καταπληκτική μετάφραση του Γ. Χειμωνά και οι φωτογραφίες για την προώθησή της παράστασης που δυστυχώς είναι ανώτερες του σκηνικού αποτελέσματος.

Εν κατακλείδι ο «Ορέστης» του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2021, είναι μια διάψευση με σημαντικά ελλείμματα συνοχής.
Μια διάψευση που μας στενοχωρεί. Διότι δεν υπάρχει χειρότερο κίνητρο, από το να μην έχεις κίνητρο να κάνεις κάτι και το κάνεις μόνο για να το κάνεις. Κι αν ακόμα κι η παράσταση, δεν ανταποδίδει το απαραίτητο υλικό στον ηθοποιό, κατανοητό. Είναι όμως και ηθική του επιλογή που θα παίξει και πώς θα προικίσει ή όχι την δεινότητά του.
Εύχομαι να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις μας με το καλλιτεχνικό κίνητρο και το λόγο παραγωγής ενός έργου. Και πολύ περισσότερο την αδήριτη ανάγκη μας να αφουγκραζόμαστε το αρχαίο δράμα με λιτότητα και αξία.

ΜΑΡΙΟΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ
Θεατρολόγος, Κριτικός θεάτρου
Θεατρικός συγγραφέας, Ποιητής & Δοκιμιογράφος