Το Νυφικό κρεβάτι, του Jan De Hartog. Στα σεντόνια μιας ολόκληρης ζωής!

 

Την συναισθηματική κωμωδία του Ολλανδού συγγραφέα Jan De Hartog, «Το Νυφικό κρεβάτι παρουσιάζουν σε δική τους απόδοση – διασκευή οι Αλέξανδρος Ρήγας και Δημήτρης Αποστόλου στο ελληνικό κοινό, σε σκηνοθεσία του πρώτου. Ένα τρυφερό έργο που πραγματεύεται την δύσκολη πίστα της συζυγικής ζωής και του έγγαμου βίου, από την νιότη της γνωριμίας του ζεύγους Νόρτον, μέχρι το καταστάλαγμα της ζωής τους.

Τα καλοκαίρια που συνήθως είναι σπάνια τα έργα ντουέτου στο θέατρο. Έργα ζευγαριών, που να καταπιάνονται με την σχέση τους και να αντικατοπτρίζουν τις σχέσεις μας. Τις σχέσεις της καθημερινότητας, της ρουτίνας και της λαίλαπας των διακυμάνσεων που περνούν από όλα τα στάδια της αντοχή τους: Ενθουσιάζονται, διαιωνίζουν, συμβιβάζονται, λογοκρίνουν και λογοκρίνονται, δυναμώνουν και αποδυναμώνονται, χωρίζουν και ενώνονται ξανά. Έργα, οδηγοί παρηγοριάς και ανακάλυψης μεθόδων για την βέλτιστη επίδοση της ζωντανής επαφής και της συντροφικότητας. Γιατί κανείς μας δεν αρνείται κατηγορηματικά την πατρίδα της συντροφικότητας. Μπορεί να επιζητήσει για λίγο την αποσυμφόρηση, αλλά μοιραία επαναπατρίζεται πάντα στην αλλαγή: εκεί που η σοφία μάς ασπρίζει τα μαλλιά για να αγαπάμε καλύτερα και περισσότερο.

Η επιλογή του έργου είναι μια όαση στην επιδημία των παραγωγών που τα καλοκαίρια ακολουθούν σχολαστικά την πεπατημένη του αρχαίου δράματος, που πια γίνεται με μια εκμεταλλεύσιμη συγκίνηση και μια νεωτεριστική νευρικότητα, που είναι αναμενόμενη. Είναι όαση λοιπόν να βρίσκεις ένα έργο που να μιλάει για την έλξη, το φιλί, τα όνειρα και τους εφιάλτες μας. Να μιλάει για το κρεβάτι της φθοράς μας. Τώρα που κανείς δεν ανοίγει εύκολα, τα κλειστά λουκέτα των σκέψεών του και μαζεύει τα γόνατά του σ’ ανυπεράσπιστο κουκούβισμα, είναι προσωπικός φόρος τιμής των δημιουργών που το οραματίστηκαν και το υλοποίησαν.

Τα σκηνικά φροντισμένα λεπτομερώς, αντανακλούν τον τίτλο του έργου ενώ η ταπετσαρία των κουρτινών, που ξεπηδούν οι φωτισμοί του Πέτρου Γάλλια κερδίζουν τις εντυπώσεις. Ο βοηθός σκηνοθέτη Δημήτρη Αγοράς, οβοποίος εισχωρεί βουβά στη σκηνή στις μεγάλες παύσεις των ηθοποιών κρατάει μια μπριόζα πόζα παρέας στο κοινό, βοηθώντας έτσι τα διαλλείματα των ηθοποιών. Καταλυτικός αποδεικνύεται ο μουσικός στο αρμόνιο, έξω από το "δωμάτιο" του ζευγαριού που παίζει και τραγουδά, τραγούδια της σπιρτόζας σκηνικής κουλτούρας όπως το “Suay” και το “Perhaps” λειτουργεί καινοτόμα και έξυπνα.

‌Ο Αλέξανδρος Ρήγας, μας έκανε το δώρο να επανέλθει με τη συγκεκριμένη πρόταση, χαρίζοντας μια ανανεωτική ματιά, στο έργο που καθιέρωσε τον Χάρτογκ στην παγκόσμια θεατρική λογοτεχνία κι έστρωσε το Νυφικό κρεβάτι με την αξιοζήλευτη στωικότητα, που τον διακατέχει τα τελευταία χρόνια, με τους κατάλληλους τελικά πρωταγωνιστές.

‌ Η Πηνελόπη Αναστασοπούλου και ο Ορέστης Τζιόβας στάθηκαν ισότιμοι, ισάξιοι, και ισόπαλοι. Πλήρως αναγεννημένοι σε μια καινούργια καλλιτεχνική διάθεση που μας εκπλήττει, αποκαλύπτουν τη σπουδαία γκάμα της τέχνης τους. Έχοντας μια μεταφυσική χημεία μεταξύ τους, κυλιούνται στα σεντόνια μιας ολόκληρης ζωής, ακουμπώντας το κεφάλι τους στο μαξιλάρι της ρήσης «Θεός, αγάπη εστί», που το θέατρο έτσι κι αλλιώς πρεσβεύει και φτιάχνουν μια καταιγιστικά αγαπησιάρικη και ολωσδιόλου δική τους επικοινωνία, που πότε ταχυλογεί συναρπαστικά, δημιουργώντας το πρόσφορο έδαφος της καλής και ευφυέστατης ατάκας (χαρακτηριστικό δείγμα των Ρήγα-Αποστόλου που ευδοκιμεί στην διασκευή) και πότε σπαράζει εντυπωσιακά, δημιουργώντας το έρημο δρομάκι του δράματος, αυτό που οι καλοί ηθοποιοί το περπατούν ξυπόλυτοι εξολοθρεύοντας τις κάλτσες της υπερβολής και του παρωχημένου στόμφου. Οι κ.κ. Αναστασοπούλου και Τζίοβας καταφέρνουν επάξια να πάνε το έργο, στον συχνά ακατόρθωτο προορισμό: στο κοινό. Κι αυτό είναι και πρέπει να είναι το κυριότερο• Να περνάει στο κοινό, η πλανόδια μαγεία του θεάτρου, που με την χρυσόσκονή της, μας αλλάζει τη ζωή.

ΜΑΡΙΟΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ
Θεατρολόγος, Κριτικός θεάτρου
Θεατρικός συγγραφέας, Ποιητής & Δοκιμιογράφος